Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Δέντρο καρποφόρας ελιάς στην ευρύτερη περιοχή του Γέρμα Καστοριάς.

Το παρουσιαζόμενο δενδρύλλιο ελιάς.
Στους πρόποδες του όρους Μελίσσι, νοτιοανατολικού αντερείσματος της Σαρακίνας, και παραπλεύρως του δημόσιου δρόμου που συνδέει τον Γέρμα Καστοριάς με την Εγνατία οδό, βρίσκεται ένα δενδρύλλιο μεγαλόκαρπης ελιάς. Η παρουσία του δενδρυλλίου αυτού στην αναφερόμενη τοποθεσία ξαφνιάζει ευχάριστα κι εντυπωσιάζει ιδιαίτερα τον θεατή της, καθότι μέχρι σήμερα επικρατεί γενικώς η άποψη, πως τα δέντρα της ελιάς δεν αντέχουν και παγώνουν στις ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες που σημειώνονται κατά τη διάρκεια του χειμώνα στην ορεινή περιοχή Γέρμα – Βογατσικού.
Στις 26 Σεπτεμβρίου 2016, ένας Γερμανιώτης περιπατητής εντόπισε κι επισκέφτηκε το εν λόγω δενδρύλλιο ελιάς, το παρατήρησε επί αρκετή ώρα, θαύμασε τους ευμεγέθεις καρπούς του, αναρωτήθηκε ποιος να ήταν ο προοδευτικός άνθρωπος που το φύτεψε σ’ αυτόν τον άνυδρο και πετρώδη τόπο, και πιθανολόγησε τα εξής:
Πριν 20 – 30 χρόνια, κάποιος μελισσοκόμος της Χαλκιδικής που φέρνει κάθε Άνοιξη τα μελίσσια του στις προσήλιες πλαγιές του όρους Μελίσσι, για να τρυγήσουν το εκλεκτό νέκταρ από τ’ ανθισμένα παλιούρια που αφθονούν εκεί, φύτεψε, πότισε και προφύλαξε το εν λόγω δενδρύλλιο κι αυτό μεγάλωσε και ήδη καρποφόρησε.
Κλείνοντας τη σύντομη αναφορά στο θεματικό δέντρο της ελιάς σημειώνουμε ότι η ευδοκίμησή του στη συγκεκριμένο μέρος έχει μεγάλη σημασία για τους φιλόπονους αγρότες του Γέρμα, διότι φανερώνει και πιστοποιεί, πως είναι δυνατή η συστηματική κι επικερδής καλλιέργεια της ελιάς και στην ευρύτερη περιοχή του χωριού τους.

Η ελιά 
(Ποίημα Κωστή Παλαμά)
Είμαι του ήλιου η θυγατέρα
Η πιο απ’ όλες χαϊδευτή,
Χρόνια η αγάπη του πατέρα
Σ’ αυτόν τον κόσμο με κρατεί.
Όσο να γύρω νεκρωμένη
Αυτόν το μάτι μου ζητεί.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
…………………………..
Όπου κι αν λάχω κατοικία
Δε μ’ απολείπουν οι καρποί,
ως τα βαθειά μου γηρατεία
Δε βρίσκω στη δουλειά ντροπή.        
Η θεματική ελιά. Διακρίνεται δίπλα της
ο δημόσιος δρόμος.
Μ’ έχει ο Θεός ευλογημένη
Κι είμαι γεμάτη προκοπή.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
...........................................
Εδώ στον ίσκιο μου αποκάτου
Ήρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί
Κι ακούστηκ’ η γλυκιά λαλιά του
Λίγο προτού να σταυρωθεί.
Το δάκρυ του δροσιά αγιασμένη
Έχει στη ρίζα μου χυθεί.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
……………………………
Και φως πραότατο χαρίζω
Εγώ στην άγρια τη νυχτιά
Τον πλούτο πια δε τον φωτίζω
Συ μ’ ευλογείς φτωχολογιά.
Κι αν απ’ τον άνθρωπο διωγμένη
Φέγγω μπροστά στην Παναγιά.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.

Η εξεταζόμενη ελιά, όπως φαίνεται
απ' τον δημόσιο δρόμο προς Γέρμα.

Ο Χριστός προσεύχεται κάτω από ελαιόδενδρα
του κήπου της Γεσθημανή.


Καρπός του εξεταζόμενου δέντρου ελιάς.




Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Οι αγριομηλιές των βουνών του Γέρμα Καστοριάς

Κίτρινα αγριόμηλα
στο βουνό Αμάραντος του Γέρμα.
Έως τη δεκαετία του 1960 στον Γέρμα Καστοριάς, όπως βέβαια και στην υπόλοιπη Ελλάδα, επικρατούσε μεγάλη φτώχια. Οι κάτοικοι του χωριού εργάζονταν όλον τον χρόνο πολύ σκληρά, αλλά δυστυχώς χωρίς τις ανάλογες απολαβές. Εκ του λόγου τούτου και για να μπορέσουν να ενισχύσουν λίγο το οικογενειακό τους εισόδημα έτρεχαν στα βουνά και στις κοιλάδες της περιοχής τους κι εντόπιζαν τα αυτοφυή καρποφόρα δέντρα. Απ’ τα δέντρα αυτά, την κατάλληλη εποχή, συνέλεγαν ξηρούς καρπούς, όπως καρύδια, αμύγδαλα, λεφτόκαρα, καθώς και διάφορα φρούτα, όπως αγριόμηλα, αγριόγκορτσα, κούμπουλα (= κορόμηλα), κράνα κ.ά.
          Τα προαναφερόμενα αγριόμηλα τα συνέλεγαν απ’ τις πολλές αγριομηλιές που υπάρχουν στα βουνά του Γέρμα και ιδιαίτερα στο βουνό Μουρίκι (ύψ. 1703 μ.), όπου βρίσκεται και η ομώνυμη τοποθεσία "Αγρουμπλιά" (= Αγριομηλιά). Ανέβαιναν λοιπόν σ’ αυτά τα βουνά με κάποιο φορτηγό ζώο τους (: άλογο, μουλάρι, γαϊδούρι), κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο που ωριμάζουν τα αγριόμηλα, "τσιολνούσαν" (= χτυπούσαν με ξυλόβεργες) τις βραχύκορμες αγριομηλιές κι έριχναν στο έδαφος τα φρούτα τους, που είναι κίτρινα και μυρωδάτα κι έχουν μικρό μέγεθος και ιδιάζουσα "πικροξυνόστυφη" γεύση. Κατόπιν τα μάζευαν σε τσουβάλια και τα μετέφεραν με το ζώο τους στο κελάρι του σπιτιού τους. Εκεί τα ξεδιάλεγαν και κρατούσαν τα καλύτερα, για να τα καταναλώσουν ως επιδόρπιο τα μέλη της οικογενείας τους κατά τις κρύες νύχτες του χειμώνα ή για να τα προσφέρουν ως δώρο μαζί με καρύδια, κάστανα και στραγάλια στα μικρά παιδιά που θα τους έλεγαν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων.
         
Όταν ήθελαν να επιταχύνουν την ωρίμανση των αγριόμηλων τα έβαζαν μέσα σε θημωνιά άχυρων ή τα παράχωναν σε σωρό σιταριού που είχαν στο αμπάρι του σπιτιού τους.
          Επίσης, οι νοικοκυρές κρατούσαν μερικά απ’ τα ξεδιαλεγμένα αγριόμηλα, τα έβραζαν, τα "ζιαμπούλιαζαν" (= πολτοποιούσαν) και τα τοποθετούσαν ως κατάπλασμα ίασης στο λαιμό των συγγενών τους όταν είχαν πονόλαιμο.
          Τα υπόλοιπα αγριόμηλα, τα "παρακατιανά" τα έριχναν ως τροφή στα ζώα τους (πρόβατα, γουρούνια και βόδια).
          Σήμερα, λίγοι Γερμανιώτες, οι άνω των 60 ετών, γνωρίζουν τα σχετικά με τις αγριομηλιές, ελάχιστοι δε απ’ αυτούς εξέρχονται κάθε Σεπτέμβριο - Οκτώβριο στην ύπαιθρο του χωριού τους, για να τις ιδούν, να θαυμάσουν την ξεχωριστή ομορφιά τους, να γευτούν τ’ αγριόμηλά τους και να θυμηθούν έτσι και ν’ αναπολήσουν τα όμορφα παιδικά και νεανικά τους χρόνια. (Γ.Τ.Α,).
Αγριομηλιά "φορτωμένη" αγριόμηλα.

Αγριόμηλο και ξινόμηλο.
Σύγκριση των μεγεθών τους.


Η Εύα κόβει το (αγριό)μηλο στον Παράδεισο.
Ξυλόγλυπτη παράσταση σε ναό του Γέρμα (έτ. 1775).


Αγριόμηλο και κρασόμηλο.

Ο Γέρμας. Αριστερά στο βάθος το βουνό Μουρίκι.

Πρασινοκόκκινα αγριόμηλα.


Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Το πελώριο αγριολεύκαδο στην περιοχή "Κρέστα" Κορησού Καστοριάς.

Το αγριολεύκαδο (ο "χοντρός" κορμός του)
Στον ορεινό αυχένα που συνδέει - διαχωρίζει τα δυο ψηλά βουνά της Καστοριάς “Μουρίκι” (υψ. 1.703 μ.) και “Σαρακίνα” (υψ. 1.386 μ.), και πιο συγκεκριμένα, στην τοποθεσία που οι Κορησιώτες ονομάζουν “Κρέστα” και οι Γερμανιώτες αποκαλούν “Ράχη Κορησού”, υπάρχουν αρκετά αιωνόβια αυτοφυή λευκάδια. Το γηραιότερο και μεγαλύτερο απ’ αυτά τα λευκάδια βρίσκεται στο αρχικό τμήμα του ειδυλλιακού ρέματος “Αμάραντου – Κρανιάς”, που πηγάζει απ’ τη “Σαρακίνα” και καταλήγει στο “Κοκκινονέρι” Γέρμα.
Το εξεταζόμενο λευκάδι έχει μέγιστη περίμετρο κορμού 6 μ., ύψος περί τα 20 μ. και περιφέρεια φυλλώματος αρκετές δεκάδες τ.μ. Στη σκιά του εν λόγω φυλλώματος ξαπλώνουν κατά τις μεσημεριανές ώρες του θέρους οι βοσκοί της Κορησού και σταλίζουν (= αναπαύονται) τα αιγοπρόβατά τους.
Ευάριθμοι κάτοικοι των γύρω χωριών Κορησού, Γέρμα και Τσιριλόβου, που αγαπούν την αλώβητη φύση και τις καταπληκτικές ομορφιές της, ανεβαίνουν συχνά στην “Κρέστα”, κάθονται στη σκιά του αναφερόμενου λευκαδιού, και παρατηρούν και θαυμάζουν το μεγάλο μέγεθος και την επιβλητική θωριά του. Φωτογραφίες του λευκαδιού αυτού παρουσιάζονται εδώ.

Η λεύκα (ποίημα)
Πλούσια, ασημένια είναι τα φύλλα της
και στο κορμί και στα κλωνάρια
ζώνες, βραχιόλια της φορεί ασημόδετα
μαργαριτάρια.
…………………………………………………………
Το αγέρι που φυσά των φύλλων της
το ελαφρό θρόισμα κάνει,
που λες αντί για φύλλα μεταξόφαντο
φορεί στεφάνι.

(Το ποίημα ελήφθη απ’ το διαδίκτυο)

Ανατολή του ήλιου στη θεματική λεύκη.



Το εξεταζόμενο λευκάδι.

Η πανέμορφη Κορησός.
Στο βάθος διακρίνεται η λίμνη της Καστοριάς

Πελώρια λευκάδια στο ρέμα της Κρέστας.







Θαυμαστής της λεύκας μπροστά στον κορμό  της.

"Κουφάρι" πελώριας λεύκας στην κρέστα.


Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

Οι "γλυκομηλιές" στον Γέρμα Καστοριάς.


Ώριμο - "ζαχαρωμένο" γλυκόμηλο του Γέρμα.
"Γλυκομηλιά" ονομάζεται στον Γέρμα Καστοριάς μία παλαιά ποικιλία (είδος) μηλιάς, που ήταν μέχρι τη δεκαετία του 1970 ιδιαίτερα αγαπητή στους κατοίκους του. Στα χρόνια εκείνα οι περισσότεροι Γερμανιώτες είχαν στην αυλή του σπιτιού τους και από μία γλυκομηλιά (“γλυκουμπλιά”), ενώ σήμερα, εξ όσων γνωρίζουμε, έχουν μόνον δύο, ο Κώστας Π. Αλεξίου και ο εξάδελφός του Κώστας Τρ. Αλεξίου.
  Οι πλέον γνωστές και καρποφόρες γλυκομηλιές κατά το χρονικό διάστημα 1930 – 60 ήταν, του Κώτια Ι. Σανάτσιου, του Γιώργου Πέλκα, του Αχιλλέα Γκίνου, του Δημητρίου Σελτσιώτη και της Αγνής Λιώτσιου.
  Καρποί της γλυκομηλιάς είναι τα περίφημα γλυκόμηλα, που όταν είναι ανώριμα, κατά τους μήνες Ιούνιο – Ιούλιο, έχουν χρώμα πράσινο και γεύση γλυκόστυφη, ενώ όταν ωριμάσουν περί τα τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου γίνονται κίτρινα και πολύ γλυκά, "ζαχαρώνουν".
  
Η "γλυκουμπλιά" στην οικία του Κ. Π. Αλεξίου.
Στην περίοδο της Κατοχής και του Ανταρτοπόλεμου (1941 – 49) τα γλυκόμηλα αναπλήρωναν περιστασιακώς το ψωμί (!) και "ξεγελούσαν" – απάλυναν την πείνα πολλών Γερμανιωτών, έσωσαν δε απ’ την αβιταμίνωση αρκετά παιδιά του χωριού. Τα παιδιά αυτά όταν "έφταναν" (= έκοβαν) απ’ το δέντρο και ήθελαν να φάνε "άφταστα" (= άγουρα) γλυκόμηλα τα "τσιούμπ(ι)ζαν" (= στούμπιζαν, χτυπούσαν) με μία πέτρα κι αμέσως ο χυμός τους γινόταν γλυκός κι εύγευστος.
  Κλείνοντας την παρούσα σύντομη αναφορά στη γλυκομηλιά και στα γλυκόμηλά της, ευχόμαστε κι ευελπιστούμε να φυτέψουν και οι σημερινοί κάτοικοι του Γέρμα "γλυκουμπλιές" στις αυλές των σπιτιών τους, για να συνεχίσουν έτσι την ωφέλιμη πρακτική των γονέων τους, αλλά και για να μη χαθεί και το εν λόγω παλαιό κι εκλεκτό είδος (ποικιλία) μηλιάς. (Γιώργος Τ. Αλεξίου).

ΕΠΙΜΕΤΡΟ
"Σαν μηλιά, γλυκομηλιά…"
(νυφιάτικο δημοτικό τραγούδι)
Εκεί που πας, νυφούλα μου,
μεσ’ τα πεθερικά σου,
σαν κυπαρίσσι να σταθείς,
σαν δέντρο να ριζώσεις,
και σαν μηλιά, γλυκομηλιά
τους κλώνους σου ν’ απλώσεις,
να κάμεις γιους για τ’ άρματα
και γιους για πετραχήλι,
να κάμεις γιους γραμματικούς
και άξιες θυγατέρες.

(Το τραγούδι ελήφθη απ’ το βιβλίο του Κώστα Δούφλια,
Tα Δημοτικά τραγούδια της Άνω Μακεδονίας”, σελ. 346).

Γλυκομηλιά του Κ. Τρ. Αλεξίου,
ο χαρακτηριστικός κορμός της.



Ο πανέμορφος Γέρμας Καστοριάς.

Οι Πρωτόπλαστοι Αδάμ και Εύα κόβουν  μήλα
από "το δέντρο της παρακοής" στον Παράδεισο.
Ξυλόγλυπτη παράσταση σε τέμπλο του Γέρμα,
έτ. 1775.

Καρποφόρο κλαδί "γλυκουμπλιάς".

Δύο "άφταστα"(= ανώριμα) γλυκόμηλα.

Τρία "φτασμένα" (= ωριμασμένα) γλυκόμηλα.

Τεμαχισμένο γλυκόμηλο.

Ώριμα γλυκόμηλα σε παγκάκι.

Σωρός γλυκόμηλων στη ρίζα γλυκομηλιάς.

Γλυκόμηλα για τη σκρόφα (= γουρούνα).

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Οι ανθισμένες δενδρομολόχες στο βουνό Αμάραντος του Γέρμα. Ιούνιος 2016.

Δενδρομολόχα στον "Αμάραντο" Γέρμα.
Κατά τον μήνα Ιούνιο 2016, άνθισαν και πάλι  οι άπειρες δενδρομολόχες (αλθαίες, μανάλια) στον καταπληκτικό βιότοπό τους , έκτασης 100 στρεμμάτων περίπου,  που βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Αμάραντος, προς  το ρέμα Κοκκινονέρι . Η θαυμαστή βλάστηση και ανθοφορία τους στο μέρος αυτό έχει μια περιοδικότητα (!) μερικών ετών. Συγκεκριμένα φύονται και ανθίζουν συνεχώς  επί  5 – 6 έτη (;), μετά εξαφανίζονται εντελώς για ένα χρόνο και κατόπιν επανεμφανίζονται ανελλιπώς για άλλα τόσα έτη.  Έτσι π.χ., είχαν ανθίσει κατά τα έτη 2010 - 2014, δεν εμφανίστηκαν κατά το 2015 κι επανεμφανίστηκαν και πάλι εφέτος (2016) «ουπαντές» (: η μία πάνω και δίπλα στην άλλη).
Οι φυσιολάτρες κάτοικοι του Γέρμα που γνωρίζουν τον συγκεκριμένο βιότοπο τής δενδρομολόχας, καθώς  και την περιοδικότητα τής εμφάνισής της εκεί, τον επισκέπτονται κατά τα έτη της ανθοφορίας της και απολαμβάνουν τη θέα και την ομορφιά  των αναρίθμητων ροζ  λουλουδιών της.
 Εφέτος επισκέφτηκαν και θαύμασαν τις αναφερόμενες ανθισμένες δενδρομολόχες του Αμάραντου οι Γερμανιώτες: Γιώργος Τ. Αλεξίου, Κώστας Χρ. Δαφής, Μάρκος Κ. Σκρέκας και αρκετοί άλλοι.
Βλέπε σχετικώς στη Δ/νση Ιστότοπου:
Δενδρομολόχες στον παρουσιαζόμενο βιότοπό τους.
Η Βικιπαίδεια αναφέρει τα εξής για τη δενδρομολόχα (Αλθαία):
«Η Αλθαία ή Αλκέα είναι γένος αγριολούλουδων πολύ διαδεδομένο κυρίως στη νότια Ευρώπη. Λέγεται επίσης και δεντρομολόχα. Είναι ιθαγενές φυτό των ευκράτων περιοχών, συγγενικό με τη μολόχα, από την οποία διακρίνεται δύσκολα.
Η ονομασία της προέρχεται από το αρχαία ελληνικό ρήμα αλθαίνω που σημαίνει θεραπεύω, γιατρεύω.
Πρόκειται για πόα ή θάμνο με φύλλα παλαμοειδή, χνουδωτά, με οδοντωτά ή πριονωτά χείλη. Είναι πολυετές φυτό με πολύ ψηλό όρθιο βλαστό, ο οποίος καλύπτεται από μεγάλα άνθη κατά μήκος του. Τα άνθη της Αλκέας είναι συνήθως κόκκινα, ροζ ή ιώδη και έχουν σχήμα χωνιού και διάμετρο μέχρι 10 εκατοστά. Ευδοκιμεί σε περιοχές μέσου και χαμηλού υψομέτρου. Η περίοδος ανθοφορίας της Αλκέας είναι από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο».
Α π ό ψ ε (ποίημα Λάμπρου Πορφύρα)

Aπόψε, η γη σου είν' όμορφη -Θε μου- όλη πέρα ώς πέρα:
το λόφο ρείκια κόκκινα τον έχουνε στολίσει,
σα να 'ναι μια παραμονή γλυκιάς γιορτής, κι η μέρα
σαν αγαθό χαμόγελο κι εκείνη αργεί να σβήσει.

Δεξιά, ζερβά στη μοναξιά του δρόμου οι λεύκες μένουν
ακίνητες στο λίγο φως, δε σειέται ένα κλαδί τους
δεν τρέμει ούτ' ένα φύλλο τους όπου κι αν δεις σωπαίνουν
και σα μια δέηση βουβή, θαρρείς, είν' η σιωπή τους.

Kάτω στα πλάγια του βουνού, που γέρνει βυθισμένο
μέσα στου ονείρου τη σκιά, μες στη θολή γαλήνη,
το μακρινό, το βραδινό χωριό τ' αγαπημένο
σαν άυλος τόπος για ψυχές που 'ν' άγιες έχει γίνει.

Kι απάνω εκεί δυο σύννεφα, λες κι είν' ασπροντυμένοι
αγγέλοι, που με τ' ανοιχτά φτερά τους σταματήσαν
κι ηύραν τη γη τόσ' όμορφη και τόσο ευτυχισμένη,
που εμείναν και τον ουρανό γι' απόψ' ελησμονήσαν.

Όλες οι εδώ παρουσιαζόμενες φωτογραφίες
δενδρομολόχας βρίσκονται
στον εξεταζόμενο βιότοπό τους.

Άποψη του Γέρμα απ' τις δενδρομολόχες.